Αγροτουρισμός, οικοτουρισμός, οινοτουρισμός, περιπατητικός και θρησκευτικός τουρισμός, όλοι, υποκλάδοι της ομπρέλας του τουρισμού παρουσιάζονται ως η «βαριά βιομηχανία» της χώρας και της περιοχής μας. Η κύρια ερώτηση που απασχολεί τις τοπικές επιχειρήσεις, όπως και τοπικούς φορείς είναι πώς θα κρατήσουν τους επισκέπτες περισσότερες ημέρες στην Καλαμπάκα και στα γύρω χωριά επενδύοντας σε όλα τα είδη τουρισμού. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι σύλλογοι της περιοχής μας διοργανώνουν μονοήμερες εκδρομές σε περιοχές όπως οι Δελφοί ή ολιγοήμερα ταξίδια στην Ευρώπη. Είναι λίγο οξύμωρο λοιπόν: πώς ζητάμε από τους επισκέπτες να παρατείνουν τις διακοπές τους στην περιοχή μας όταν εμείς οι ίδιοι δεν το πράττουμε; Υπάρχει μήπως διαφορετικό πλαίσιο για εμάς σε σχέση με τους υπόλοιπους;
Ας αναρωτηθούμε ειλικρινά, πόσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα ή την εργασιακή ευελιξία να πάνε διακοπές και πόσο μάλλον να τις παρατείνουν αν «βρουν κάτι που τους άρεσε»; Πόσοι μπορούν να λείψουν απροειδοποίητα επιπλέον ημέρες από τη δουλειά τους; Πόσοι μπορούν να καλύψουν το κόστος μιας επιπλέον διανυκτέρευσης; Ακόμη και αυτοί που αμείβονται καλά ή έχουν δική τους επιχείρηση, πόσο συχνά μπορούν να λείψουν; Κι αν εμείς δεν το κάνουμε, γιατί να το κάνει ένας Γερμανός, ένας Αυστριακός ή ένας Αθηναίος; Κι εν τέλη πόσοι αναγνώστες έχουν την δυνατότητα να πάνε με την οικογένεια τους εβδομαδιαίες διακοπές σε ελληνικό νησί;
Παράλληλα, ας ρίξουμε μια ματιά στις ταμπέλες που βάζουμε. Λέμε «αγροτουρισμός», αλλά πόσα κτήματα και φάρμες λειτουργούν με σύγχρονες πρακτικές ώστε κάποιος Ευρωπαίος να ταξιδέψει 1.000 χιλιόμετρα αντί να επισκεφθεί ένα αντίστοιχο κτήμα κοντά στο σπίτι του; Μιλάμε για «οικοτουρισμό», όμως οι πραγματικοί οικοτουρίστες επιλέγουν μέσα μεταφοράς όπως το τρένο και το ποδήλατο, τη στιγμή που εμείς έχουμε μια χώρα με δολοφονικό σιδηρόδρομο και μια πόλη χωρίς ποδηλατόδρομο. Προωθούμε τα μουσεία και την πολιτιστική μας κληρονομιά, αλλά ξεχνάμε ότι για να φτάσει κανείς εκεί κινδυνεύει από την οδική μας συμπεριφορά. Αναπαλαιώνουμε γεφύρια και ναούς, όμως εμείς οι ίδιοι δεν παρατείνουμε τις διακοπές μας για ένα πέτρινο γεφύρι.
Δεν αμφισβητώ ότι το τουριστικό προϊόν βελτιώνεται, ούτε ότι οι Κυριακές μας γίνονται κάπως πιο ενδιαφέρουσες, τα οποία είναι και λογικά μετά την πανδημία. Όμως, όσο οι εργασιακές συνθήκες σκληραίνουν, όσο η άδεια επιβάλλεται πρακτικά μόνο τον Δεκαπενταύγουστο ή ακόμη χειρότερα απαγορεύεται εκείνες τις ημέρες, και όσο οι τιμές από τον καφέ μέχρι την ενέργεια και τη διαμονή αυξάνονται, τόσο οι μέρες των διακοπών θα λιγοστεύουν για τους ντόπιους και για τους υπόλοιπους Έλληνες που περιμένουν τον κοινωνικό τουρισμό, και τελικά για τους Ευρωπαίους που θα προτιμήσουν φθηνότερους και πιο εύκολα προσβάσιμους προορισμούς.
Κάποιος γραφικός θα έλεγε ότι είναι πιο πιθανό να αποκτήσει η Καλαμπάκα θάλασσα παρά ένα ασφαλές και γρήγορο τρένο που να τη συνδέει με λιμάνια και αεροδρόμια. Κι όμως, μόνο με υποδομές τέτοιου τύπου, με σιδηρόδρομο, ποδηλατόδρομο και αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας μέσω κοινοτικών ενεργειών και όχι με υποβοήθηση της ατομικότητας, μπορεί όχι μόνο ο τουρισμός να σταθεί ανταγωνιστικός και να αποδεσμευτεί από τα οργανωμένα μονοήμερα ταξίδια που πλήττουν την οικονομία, αλλά κυρίως η καθημερινότητά μας να έχει αξία. Η καθημερινότητά μας, η οποία, δυστυχώς, πλέον καθορίζεται από τον τουρισμό και όχι το αντίστροφο. Σε κάθε οργανωμένη κοινωνία που ευδοκιμεί, ο τουρισμός είναι επακόλουθο. Σήμερα όμως η Καλαμπάκα εξαρτάται όλο και περισσότερο από τουριστικά γραφεία και επιχειρήσεις, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ισορροπία της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας.
Έτσι, λοιπόν, το να φέρουμε «θάλασσα» στην Καλαμπάκα σημαίνει πρωτίστως να επαναπροσδιορίσουμε τις συνθήκες υπό τις οποίες εργαζόμαστε και ζούμε, τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε, τις αξίες και τα όριά μας, καθώς και το κατά πόσο διαθέτουμε ποιοτικό ελεύθερο χρόνο. Παράλληλα, χρειάζεται να αναρωτηθούμε αν η υπάρχουσα πολιτική και ζωή μας ικανοποιεί, καθώς προφανώς και συνδέονται. Συνεπώς, αν δεν διεκδικήσουμε την αλλαγή, όσο επώδυνη ή φουρτουνιασμένη κι αν μοιάζει, ο συμβολισμός του άρθρου ίσως παραπέμπει στον πνιγμένο στη θάλασσα ή στον Τιτανικό, όπου χάθηκαν 1.500 άνθρωποι, μα όλοι θυμούνται τον Τζακ.
ΥΓ: Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, ο Δήμος Μετεώρων είναι στη δεύτερη καλύτερη θέση πανελλαδικά στην πρόσφατη αξιολόγηση όσον αφορά την κατάσταση των πεζοδρομίων, με βαθμολογία 4.5 στα 10, δηλαδή κάτω από τη βάση. Αν ήταν μαθητής ή φοιτητής, θα είχε κοπεί. Αν ήταν υπάλληλος στον ιδιωτικό τομέα, θα είχε απολυθεί. Μόνο ως υπάλληλος στην υπηρεσία του πολίτη πανηγυρίζεται, γιατί μέχρι εκεί είναι οι προσδοκίες, οι στόχοι και το όραμα μας.
ΦΟΥΦΙΚΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ
