Την Πέμπτη, 15 Μαΐου 2025 το πρωί, ξεκινήσαμε από το σχολείο μας – το 5ο Δημοτικό σχολείο Καλαμπάκας – μαζί με τη δασκάλα μας, την κυρία Δώρα Γραμμάτη, για μια εξόρμηση στην πόλη μας.
Ξέραμε ότι θα πάμε στον Βυζαντινό ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου και σε κάποια παρεκκλήσια. «Ωχ! Ποιος ανεβαίνει την ανηφόρα;» σκεφτήκαμε. Μόλις όμως βγήκαμε από την αυλή του σχολείου, η κυρία Δώρα μάς σταμάτησε. «Πριν ξεκινήσουμε» είπε, «θέλω να πάρετε όλοι μια βαθιά ανάσα. Κοιτάξτε τον γαλανό ουρανό, τα επιβλητικά βράχια και το καταπράσινο τοπίο. Χαρείτε αυτό που βλέπετε και προσπαθήστε να απολαύσετε με κάθε κύτταρο του κορμιού σας αυτή την εμπειρία».
Γεμίσαμε τα πνευμόνια μας με καθαρό αέρα και χωρίς να το καταλάβουμε βρεθήκαμε στην «Πλατεία της μητέρας». Δεν ξέραμε καν ότι υπάρχει πλατεία με αυτό το όνομα στην πόλη μας. Ανηφορίζοντας, περάσαμε έξω από το 2ο Δημοτικό σχολείο, τη Βαρλαάμειο Εστία και φτάσαμε στο διπλό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και του Αγίου Χαραλάμπους. Πίσω από το εκκλησάκι είδαμε έκπληκτοι ότι υπάρχει βρύση με νερό που πηγάζει από εκεί και μια ρωμαϊκή επιγραφή την οποία προσπαθήσαμε να διαβάσουμε. Πριν ανεβούμε τη μεγάλη ανηφόρα και τα σκαλιά για την Παναγία, προσκυνήσαμε στο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας και είδαμε την Κωνστάντιο Σχολή που κτίστηκε το 1893.
Τα σκαλιά ήταν για μας παιχνιδάκι. Η ανάβασή τους μας θύμισε το «Κυνήγι του Θησαυρού» στο οποίο είχαμε πάρει μέρος την Αποκριά.
Όταν φτάσαμε στον όμορφο βυζαντινό ναό της Παναγίας, η ώρα ήταν 9:20. Η νεωκόρος , κυρία Παρασκευή, μας δέχτηκε με ένα ζεστό χαμόγελο. Η Θεία λειτουργία για τη γιορτή του Αγίου Αχιλλείου, κόντευε να τελειώσει. Προλάβαμε όμως να προσκυνήσουμε και να πάρουμε αντίδωρο.
Ο εφημέριος του ναού, πατήρ Ιωάννης Κουβελάς, μας καλωσόρισε με αγάπη και ηρεμία. Μας μίλησε πρώτα έξω από τον ναό και μετά μέσα. Μας είπε ότι ο ναός αυτός χτίστηκε μεταξύ του 10ου και του 11ου αιώνα μ. Χ., πάνω στα ερείπια ενός παλαιοχριστιανικού ναού και είναι ρυθμού τρίκλιτης βασιλικής. Μάθαμε πολλά για τις αγιογραφίες, το τέμπλο, τη μαρμάρινη κολυμπήθρα και τον μοναδικό μαρμάρινο άμβωνα που βρίσκεται στο κέντρο του ναού, μπροστά στην Ωραία Πύλη.
Πολύ ευχάριστη έκπληξη ήταν για μας, οι σαράντα περίπου χελώνες που υπάρχουν στο πίσω μέρος του ναού, κοντά στο εκκλησάκι των Αγίων Πάντων και στο παλιό κοιμητήριο. Ήταν τόσο όμορφες!
Πριν φύγουμε, μας πρόσφεραν κεράσματα και ένα δώρο – ευλογία. Ευχαριστούμε πολύ.
Έχοντας για οδηγό μας τον πατέρα Ιωάννη, βρεθήκαμε σε άλλα δύο διπλά παρεκκλήσια: Αγίου Αντωνίου- Αγίου Νικολάου και Αγίου Βασιλείου- Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Ήμασταν τυχεροί γιατί ο υπάλληλος του Δήμου είχε μόλις κόψει τα χόρτα και το μέρος ήταν περιποιημένο. Προχωρήσαμε λίγο πιο πέρα στο μονοπάτι και βρεθήκαμε σε έναν βράχο με ένα μικρό πλάτωμα απ’ όπου χαρήκαμε την ωραία θέα. Είδαμε από ψηλά το σχολείο μας, άλλα κτίρια της πόλης μας και όσοι μπορέσαμε διακρίναμε και το σπίτι μας.
Γυρίσαμε πίσω και πριν πάρουμε το μονοπάτι πάνω από την Παναγία, αποχαιρετήσαμε τον πατέρα Ιωάννη, ευχαριστώντας τον για αυτά που μας έμαθε και για όσα μας έκανε να νιώσουμε. Τα λόγια του και οι συμβουλές του θα μας μείνουν αξέχαστα.
Συνεχίσαμε κάνοντας μια υπέροχη διαδρομή σε ένα φαρδύ μονοπάτι με καταπληκτική θέα. Σταματήσαμε σε μια πλατεία που στο κέντρο είχε μια δάφνη. Μπροστά μας και αριστερά μας έστεκαν επιβλητικοί οι βράχοι των Μετεώρων. Άλλο κέρασμα μας περίμενε εκεί από τη φιλόξενη κυρία Άννα, τη γιαγιά μιας συμμαθήτριάς μας. Αφού βγάλαμε φωτογραφίες, κατευθυνθήκαμε στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου που το είχε ανοίξει η κυρία Περιστέρα και μας περίμενε. Την ευχαριστούμε πολύ.
Προσκυνήσαμε, φάγαμε το κολατσιό μας και κατηφορίσαμε από το πίσω μέρος έχοντας προορισμό το εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου. Κι αυτό το είχαμε επισκεφτεί στο «Κυνήγι του Θησαυρού» ψάχνοντας τη λύση κάποιου γρίφου. Δίπλα ήταν το στρατιωτικό κοιμητήριο.
Τελευταίος μας σταθμός, η πλατεία του Αγίου Αθανασίου με το ομώνυμο εκκλησάκι. Ωραίος χώρος για παιχνίδι και κουβεντούλα.
Η ώρα όμως είχε περάσει και πήραμε τον δρόμο του γυρισμού. Ως εδώ δεν κουραστήκαμε καθόλου. Γιατί άραγε; Ίσως γιατί κάναμε αρκετές στάσεις. Ίσως γιατί όλα αυτά που βλέπαμε ήταν ενδιαφέροντα. Ίσως γιατί ήμασταν ωραία παρέα. Κάποιος είπε: « Μα γιατί περάσαμε πολύ ωραία!» Πραγματικά περάσαμε ωραία! Η πόλη μας έχει τόσες ομορφιές που δεν τις γνωρίζουμε . Κυρία, σας παρακαλούμε, να πάμε κι άλλες τέτοιες εκδρομές!
Οι μαθητές και οι μαθήτριες της Ε’ τάξης
