Η Κρανιά Ασπροποτάμου (Καλαμπάκας) είναι ένα ορεινό βλαχόφωνο χωριό της Νότιας Πίνδου. Η μια πλατεία της η μεγαλύτερη, το ΜΕΣΟΧΩΡΙ, που βρίσκεται στον συνοικισμό (μαχαλά) του Αγίου Δημητρίου, έχει υψόμετρο 1150 μέτρων. Η άλλη, το Γκοργκάτσι, με την ωραία και πανοραμική θέα, που βρίσκεται στην συνοικία της Αγίας Παρασκευής, είναι σε υψόμετρο 1.170 μέτρων. Πολλά σπίτια του χωριού, που είναι κτισμένο αμφιθεατρικά, βρίσκονται σε υψόμετρο 1200 μέτρων (μέσος όρος).
Του ΓΙΑΝΝΗ ΨΑΡΡΗ
Το Κρανιώτικο ρέμα, παραπόταμος-Πηγή Ασπροποτάμου, χωρίζει την Κρανιά στις δύο αναφερθείσες τοποθεσίες. Είναι χωριό πνιγμένο στο πράσινο. Μέσα στο χωριό υπάρχουν κρανιές, καρυδιές, κορομηλιές, κερασιές, δαμασκηνές και άλλα δέντρα. Γύρω του υπάρχει ατελείωτο δάσος ελάτων και ελάχιστα πεύκα φυτεμένα από το Δασαρχείο Καλαμπάκας. Ψηλότερα υπάρχουν οι υποαλπικές κορυφές: Δίκορφο, Τριγγία (κανονική), Κάλτσα, Χαλικόβουνο, Μυρμήγκι και άλλες.
Είνα μεγάλο χωριό και σε έκταση και σε αριθμό σπιτιών που ξεπερνούν τα 450 και τα περισσότερα είναι διώροφα. Το Καλοκαίρι, συνήθως τον Αύγουστο, συγκεντρώνει ίσως και 2.500 άτομα.
Μέσα στο χωριό υπάρχουν τρεις ναοί: Της Αγίας Παρασκευής (πανηγυρίζει το χωριό), του Αγίου Δημητρίου και του Προφήτη Ηλία. Εκτός της Κρανιάς υπάρχει ο Άγιος Νικόλαος και ο ναός του Τιμίου Σταυρού (παλιά Μονή), με τους 13 τρούλους.
Στις αίθουσες του μεγάλου πέτρινου σχολείου λειτουργεί πριν από αρκετά χρόνια αξιόλογο Λαογραφικό Μουσείο. Μία αίθουσά του είναι αφιερωμένη στον Κώστα Βίρβο.
Ο παλιός νερόμυλος ανακαινίστηκε και ονομάστηκε «Εστία Παράδοσης και Πολιτισμού». Εκτός από το εξωτερικό μαντάνι, που λόγω καταστροφής των σωλήνων μεταφοράς νερού δεν λειτουργεί, όπως και ο εσωτερικός μύλος, σε μια αίθουσα δόθηκε το όνομα του φιλολόγου Γεωργίου Ζούκη και σε άλλη το όνομα του δεξιοτέχνη του κλαρίνου Νίκου Καρακώστα.
Στο Γκοργκάτσι, μπροστά από το κοινοτικό κατάστημα που λειτουργεί ο Στέφανος Ζούκης, υπήρχε μια παλιά, γέρικη και επικίνδυνη λεύκα. Με ενέργειες του Δήμου την έκοψε ο Βασίλης Θεοδώρου. Σε κουφάλα της βρέθηκαν τέσσερις (;) κουκουβάγιες…
Στην κεντρική πλατεία, το ΜΕΣΟΧΩΡΙ, μπροστά από το πέτρινο διώροφο κοινοτικό κατάστημα (1952;), που κατά σειράν λειτούργησαν οι ντόπιοι: Σωτ. Ντάντος, αδλεφοί Ψαρρή (Απόστολος και Κωνσταντίνος), Δημ. Ψαρρής, Παύλος Σταμπέρνας και φέτος ο Κρυοβρυσιώτης Κ. Μανώλης, υπήρχαν τρία μεγάλα πλατάνια. Δύο από αυτά στέγνωσαν από τον Ευρωπαϊκό μύκητα. Τον ένα κορμό, ο υλοτόμος (Μετσοβίτης), τον έκανε καφέ αρκούδα, η οποία δεν δαγκώνει! Για να το κάνει ξυλόγλυπτο έργο, όπως μου είπαν, χρειάζονται 3.000 ευρώ… Στον άλλο κορμό έκανε πολυθρόνα, σαν θρόνο.
Θα προσθέσω ότι οι δυο παιδικές χαρές δεν είναι στα καλύτερά τους. Κλαδιά και χόρτα υπάρχουν παντού στο χωριό. Στο μονοπάτι από τα Πιαζαίϊκα μέχρι το Γκοργκάτσι, μήκους 250 μέτρων, τα χορτάρια έφτασαν το ένα μπόι, χώρια τα δύο δέντρα που έπεσαν…
Τελειώνοντας σας παραθέτω το ποίημα του Κρανιώτη στιχουργού και ποιητή Κώστα Βίρβου που έχει τίτλο «ΤΟ ΜΕΣΟΧΩΡΙ». (Τότε δεν είχε αρκούδα!)
το ΜΕΣΟΧΩΡΙ
Εγγόνι μου καλόβολο αγόρι,
μια βόλτα θα σε πάω στο μεσοχώρι,
εδώ σ’ αυτό το ξέφωτο τσαΐρι
χορεύουν στο μεγάλο πανηγύρι.
Κουκέοι, Λαναράδες στη γωνία,
τα πιο μεγάλα τότες καφενεία,
ο Μπίλας “το κουρείο της αγάπης”
κι ο Νώντας ο Δεμίρης ο Χασάπης.
Στις βρύσες, που ’χαν στόματα λιοντάρια,
ξεδίψαγαν κοπέλες, παλικάρια,
που έρχονταν χαρούμενοι για βόλτες,
δεν είχε σκυθρωπούς ανθρώπους τότες.
Κι αργά μετά τις δέκα τα μεθύσια (1)
με τσίπουρα λαθραία κορομπλίσια,
“λα πάτρου τσίντζι μάρμαρι (2) μας λεyqv,
μακρόσυρτα που οι σκοποί τους κλαιγαν.
Εγγόνι μου Καλόβουλο αγόρι,
Δεν στα ‘πα όλα για το μεσοχώρι.
Μπορεί τόσο παλιά να μη σε νοιάζουν
μα εμένα με ‘καιν και με σπαραζουν.
