Η Ρώνη Νικολάου συμπορεύτηκε και διδάχτηκε μέσα από την ιστορία της ηρωίδας του βιβλίου της. Από την Κασσάνδρα έμαθε να βλέπει τον κόσμο με τα «άλλα μάτια» που της χάρισε και έγινε καλύτερος άνθρωπος.
Γύρισε το κέντημα της ζωής της από την πίσω πλευρά και τακτοποίησε τις κλωστές. Συμφιλιώθηκε με τον εαυτό της και έγινε πιο ανθεκτική σε κάθε μορφή βίας, έγινε πιο αισιόδοξη και ευτυχισμένη, και έμαθε να ζει καλύτερα και να συνυπάρχει πιο αρμονικά με τους ανθρώπους.
Το τελευταίο της βιβλίο ξεχειλίζει από συναισθήματα, είναι ένα βιβλίο που δεν θέλεις να τελειώσει, ένα βιβλίο που σε συγκινεί, σε ταξιδεύει, σε κρατά δέσμιο μέχρι την τελευταία του λέξη.
Η κ. Νικολάου με μαεστρία ξεδιπλώνει τη φαντασία της αποδεικνύοντας ότι πέρα από τους «σκελετούς» που έχουμε κρυμμένους μέσα στη ντουλάπα μας, υπάρχουν και άλλοι, πολύ μοχθηρότεροι, που κρύβονται αριστοτεχνικά ανάμεσά μας, πίσω από το προσωπείο του γείτονα, του συντοπίτη, του συγγενή, του πατέρα, του συζύγου, του ίδιου μας του εαυτού.
Το γράψιμο, για εκείνη είναι ένας σπόρος. Για να γίνει όμως ο σπόρος καρπός, πρέπει να βρει το κατάλληλο έδαφος. Αλλά ακόμη και αν το βρει, πρέπει να υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να ανθίσει και να καρπήσει. Οπότε, δεν αρκεί να σε βρει μόνο η έμπνευση, πρέπει κι εσύ να είσαι έτοιμος να τη δεχτείς, διότι κάθε βιβλίο αποτελεί ένα μοίρασμα ψυχής.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» το μυθιστόρημά σας με τίτλο «Το Κέντημα». Θα μας πείτε δυο λόγια για το πρώτο σας βιβλίο και πώς αισθάνεστε, που υλοποιήθηκε ένα όνειρο, που είχατε από παιδί;
«Το Κέντημα» είναι ένα μυθιστόρημα που ξετυλίγει την ιστορία της Κασσάνδρας. Μέσα από τη διήγηση θέλησα να σκιαγραφήσω μια μορφή βίας που παραμένει αθέατη. Αποδομεί εκ των έσω το θύμα, και όταν έχει κάμψει κάθε αντίσταση, αυτή κλιμακώνεται από ψυχολογική σε σωματική βία. «Το κέντημα» όμως δεν αναφέρεται μόνο στη βία. Καθώς ξετύλιγα την πλοκή, αναρωτήθηκα αν είναι μόνο η βία ή αν υπάρχει κάτι βαθύτερο που πηγάζει από εμάς και μας κάνει ευάλωτους. Οι απαντήσεις που έψαχνα με έκαναν να σκεφτώ πώς μπορώ να κάνω τη διαφορά μέσα από αυτό το βιβλίο. Η Κασσάνδρα συνειδητοποιεί πως η ζωή είναι σαν ένα κέντημα. Το σχέδιο είναι το πεπρωμένο. Οι κλωστές είναι οι άνθρωποι με τους οποίους διασταυρώθηκε. Όλοι ζούμε και υφαίνουμε. Όλοι θέλουμε ένα όμορφο σχέδιο. Όμως, η πίσω πλευρά του κεντήματος μας αποκαλύπτει την αλήθεια, καθώς αποτυπώνει πώς το έχουμε υφάνει, πόσους κόμπους και μπλεξίματα δημιουργήσαμε. Κάποιοι δεν καταφέρνουν να βρουν την αλήθεια τους και δεν μπορούν να απελευθερωθούν από όσα τους βασανίζουν και τους κάνουν ευάλωτους. «Το κέντημα» είναι ένα βιβλίο που χαρίζει «άλλα μάτια» στους αναγνώστες. Είναι ένα βιβλίο που κουβαλά γνώση και ανοίγει πόρτες. Αισθάνομαι ευγνώμων για όσα με οδήγησαν στη συγγραφή του. Πραγματοποιώντας το όνειρο που είχα από παιδί, η αίσθηση είναι περισσότερο λύτρωσης παρά προσωπικής ικανοποίησης.
Τι είναι αυτό που σας έκανε να πιάσετε μολύβι και χαρτί για πρώτη φορά και να ξεκινήσει για εσάς αυτή η διαδρομή στον χώρο της συγγραφής ;
Έχω πιάσει αρκετές φορές μολύβι και χαρτί, προκειμένου να αποτυπώσω τις σκέψεις μου, όμως αυτή η φορά ήταν διαφορετική. Αρχικά δεν υπήρχε συγκεκριμένη πλοκή στο μυαλό μου, όμως υπήρχαν οι μικρές μου σκέψεις και η μεγάλη μου ανάγκη να εκτονώσω μια εσωτερική ενέργεια. Έτσι, διοχέτευσα αυτή την ενέργεια και την ενσάρκωσα στον χαρακτήρα της Κασσάνδρας.
Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτή τη συγγραφική διαδρομή; Ευχάριστη απόδραση ή μια περιπέτεια;
Θα τη χαρακτήριζα ως ένα υπέροχο ταξίδι αυτογνωσίας, κυρία Δούλη. Μέσα από την ιστορία της Κασσάνδρας συμπορεύτηκα μαζί της, διδάχτηκα από εκείνη. Έμαθα να βλέπω τον κόσμο με αυτά τα «άλλα μάτια» που μου χάρισε και έγινα καλύτερος άνθρωπος. Γύρισα το κέντημα της ζωής μου από την πίσω πλευρά και τακτοποίησα τις κλωστές. Συμφιλιώθηκα με τον εαυτό μου και έγινα πιο ανθεκτική σε κάθε μορφή βίας. Έγινα πιο αισιόδοξη και ευτυχισμένη. Έμαθα να ζω καλύτερα και να συνυπάρχω πιο αρμονικά με τους ανθρώπους.
«Το Κέντημα»! Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο για το βιβλίο σας; Συμβολίζει κάτι για εσάς, κυρία Νικολάου;
Τον τίτλο δεν τον διάλεξα. Ήρθε από μόνος του. Δεν θα μπορούσα να είχα επιλέξει κάποιον άλλο τίτλο. Αυτό ακριβώς είναι το βιβλίο: ένα κέντημα!
Υπάρχουν στοιχεία του χαρακτήρα σας στην ιστορία της ηρωίδας σας;
Η Κασσάνδρα αποτελεί μια ξεχωριστή λογοτεχνική οντότητα. Είναι τόσο μυθοπλαστικά ρεαλιστική, που ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί μαζί της. Δεν σας κρύβω πως όταν ολοκλήρωσα το βιβλίο αισθάνθηκα ότι είχα δημιουργήσει έναν καινούργιο φίλο.
Τί σας ενέπνευσε για αυτό το βιβλίο; Τι σας έκανε να ξεκινήσετε τη συγγραφή του;
Έχετε κάνει ποτέ μια όμορφη σκέψη; Μια σκέψη που διαφέρει; Που θα θέλατε να την μοιραστείτε; Έτσι ξεκίνησα. Έλεγα «θα τη θυμηθώ και θα τη γράψω αργότερα», όμως όταν την ανακαλούσα, καταλάβαινα πως είχε χάσει τη αρχική της μαγεία. Αποφάσισα λοιπόν να γράφω τις μικρές μου σκέψεις, όπως τις ονόμαζα και κάπως έτσι δημιουργήθηκε «Το κέντημα».
Τι συναισθήματα και σκέψεις επιθυμείτε να προκαλέσετε στον αναγνώστη;
Διαβάζοντας το βιβλίο ο αναγνώστης, καθώς θα συμπορεύεται με την Κασσάνδρα, θα περάσει μέσα από ένα φάσμα κλιμακούμενων συναισθημάτων. Θα του γεννηθούν σκέψεις, θα θέσει ερωτήματα και θα ψάξει για απαντήσεις.
Αν μπορούσατε να βάλετε έναν τίτλο στον τρόπο που σκέφτεστε, όταν γράφετε, ποιος θα ήταν αυτός;
Απελευθερωτικά δημιουργικός. Όταν γράφω, δεν βάζω όρια στον εαυτό μου. Αφήνω τις σκέψεις και τις λέξεις να βγαίνουν αβίαστα από μέσα μου, και με έναν μαγικό τρόπο όλα δένουν μεταξύ τους, κάνοντας το χέρι μου να προσπαθεί απλώς να προλάβει να τα αποτυπώνει στο χαρτί.
Ως αναγνώστρια ξεχωρίζετε κάποιο είδος λογοτεχνίας;
Δεν προσανατολίζομαι σε ένα είδος. Επιλέγω ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής. Έχω διαβάσει πολλά βιβλία Ελλήνων και ξένων συγγραφέων και όλα μου έχουν προσφέρει κάτι. Αν θα ξεχώριζα κάποια, αυτά θα ήταν «Τα Σταφύλια της οργής» του Στάινμπεκ, ο «Καπετάν-Μιχάλης» και η «Ασκητική» του Νίκου Καζαντζάκη και οι γραμματείες αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, όπως «Η πολιτεία» του Πλάτωνα, «Ηθικά Νικομάχεια» του Αριστοτέλη και «Προς Νικόδημο» του Ισοκράτη.
Τι μήνυμα θα θέλατε να στείλετε σε κάποιον που σκέφτεται να ξεκινήσει την δική του συγγραφική διαδρομή και ίσως να διστάζει, κυρία Νικολάου;
Η συγγραφή είναι ένα υπέροχο ταξίδι και μια μοναδική εμπειρία. Χρειάζεται όμως θάρρος, καθώς πιστεύω ότι κάθε βιβλίο αποτελεί ένα μοίρασμα ψυχής του συγγραφέα προς τον αναγνώστη. Αυτό που θα συμβούλευα σε έναν νέο συγγραφέα είναι να μην το σκέφτεται. Να γράψει με την ψυχή του, να το ευχαριστηθεί, να μην επιτρέπει τίποτε να τον συγκρατεί από το να γράφει τις σκέψεις του, να εκτονώνει την εσωτερική του ενέργεια, να μοιράζεται την ψυχή του.
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημεριδα ΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ στις 9 Μαΐου 2025.
